Search:
παλαιότης -> ΠΑΛΑΙΌΤΗΣ
παλαιότης
π α λ α ι ό τ η ς hex:#960;#945;#955;#945;#953;#8057;#964;#951;#962;
- ΠΑΛΑΙΌΤΗΣ G3821 παλαιότης - 3821 παλαιότης - palaiótēs - pal-ah-yot'-ace - from παλαιός; antiquatedness:--oldness. - Noun Feminine - greek
Search Google:
παλαιότης