Search:παραλογίζομαι -> ΠΑΡΑΛΟΓΊΖΟΜΑΙ
παραλογίζομαι
π α ρ α λ ο γ ί ζ ο μ α ι hex:#960;#945;#961;#945;#955;#959;#947;#8055;#950;#959;#956;#945;#953;
strongscsv lemma
- ΠΑΡΑΛΟΓΊΖΟΜΑΙ G3884 παραλογίζομαι - 3884 παραλογίζομαι - paralogízomai - par-al-og-id'-zom-ahee - from παρά and λογίζομαι; to misreckon, i.e. delude:--beguile, deceive. - Verb - greek