Search:
ἑτοιμασία -> ἙΤΟΙΜΑΣΊΑ
ἑτοιμασία
ἑ τ ο ι μ α σ ί α hex:#7953;#964;#959;#953;#956;#945;#963;#8055;#945;
- ἙΤΟΙΜΑΣΊΑ G2091 ἑτοιμασία - 2091 ἑτοιμασία - hetoimasía - het-oy-mas-ee'-ah - from ἑτοιμάζω; preparation:--preparation. - Noun Feminine - greek
Search Google:
ἑτοιμασία